ΛΟΧΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΔΑΚΤΟΣ ΑΜΑΡΙΟΥ

ΓΙΑΝΝΗ, ΝΙΚΗΦΟΡΟΥΛΕΥΤΕΡΗ Κ. ΚΡΥΟΒΡΥΣΑΝΑΚΗ

ΛΟΧΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΔΑΚΤΟΣ ΑΜΑΡΙΟΥ
[Έκδοση «Γραφοτεχνικής Κρήτης», Ρέθυμνο 2012, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 160]

              ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

            www.ret-anadromes.blogspot.com

        Θεωρώ γεγονός υψίστης σημασίας για τον τόπο την καταγραφή τής ιστορίας τού κάθε χωριού χωριστά. Κάθε τέτοια καταγραφή- ακόμα και του μικρότερου οικιστικού χώρου- αποτελεί, οπωσδήποτε, γεγονός εξαιρετικής σημασίας, μεγίστη συνεισφορά και ουσιαστική συμβολή στην τοπική και, κατ’ επέκταση, και στη Γενική Ιστορία. Μακάρι να βρίσκονται οι κατάλληλοι κάθε φορά άνθρωποι, που θα σκύψουν με αγάπη πάνω από τα χωριά μας, μικρά και μεγάλα, για μια έστω και μικρή, αφετηριακή αποτύπωση τής ιστορίας και του πολιτισμού τους, αν δεν είναι δυνατή μια ουσιωδέστερη και επιστημονικά τεκμηριωμένη ιστορική και όχι μόνο προσέγγιση. Και κάτι τέτοιο, βέβαια, αποτελεί πράξη επίσημη και εξαιρετική που σε καμιά περίπτωση δε μπορεί να αποτιμηθεί με τους γνωστούς κανόνες τής λογοτεχνικής και ιστορικής κριτικής, γι’ αυτό και, συνήθως, πραγματώνεται και υλοποιείται από ανθρώπους που οι ίδιοι κατάγονται από τον συγκεκριμένο τόπο που καταγράφουν, ώστε, σε τελική ανάλυση, η εργασία τους αυτή να αποτελεί καρπό εύχυμο και αρωματικό αγάπης ερωτικής και βαθιάς νοσταλγίας των πρώτων παιδικών αναμνήσεων τού τόπου καταγωγής.
      Και μια τέτοια δουλειά, που, εμφανώς, έγινε με πολύ κέφι και μεράκι και είναι απόρροια τής εθελοντικής συνεισφοράς όχι ενός αλλά τριών παραγόντων, είναι και το βιβλίο που γνώρισε πρόσφατα το φως τής δημοσιότητας, με τον τίτλο: «Λοχριά και Άρδακτος Αμαρίου». Συγγραφείς τού βιβλίου είναι οι συγχωριανοί: Γιάννης, Νικηφόρος και Λευτέρης Κ. Κρυοβρυσανάκης. Κοινός παρονομαστής τής συνεισφοράς και των τριών η αγάπη τους για το χωριό τους και η βαθιά νοσταλγία των  άπειρων παιδικών αναμνήσεων που κουβαλούν μέσα τους. «Γεννηθήκαμε και οι τρεις συντάκτες αυτού τού βιβλίου σε χρόνια δύσκολα και ανταριασμένα»- σημειώνουν στον Πρόλογο τού βιβλίου τους. «Δεν πιάσαμε παιχνίδι στα χέρια μας, δεν γευτήκαμε γλυκό, ούτε νιώσαμε τις χαρές τής παιδικής ηλικίας. Όμως, θυμόμαστε την ανόθευτη, την καθαρή. την αγνή καθημερινότητα των παππούδων μας, τις κακουχίες τής αγροτικής και ποιμενικής ζωής, αλλά και τις μικροχαρές των εορτάσιμων ημερών τής Πρωτοχρονιάς, των Απόκρεω, του Πάσχα και των «Χριστουγέννων»….. Με νοσταλγία, λοιπόν, προς αυτά τα χρόνια και για να πληροφορηθούν οι νεότερες γενιές που δεν τα γνώρισαν, καταπιαστήκαμε στο γράψιμο αυτού του βιβλίου… το οποίο αφιερώνουμε στη μνήμη όλων αυτών που έχουν φύγει από τη ζωή σε ένδειξη αιώνιας ευγνωμοσύνης».    
Το πρώτο που μας εντυπωσίασε στο εν λόγω βιβλίο είναι το γεγονός ότι το περιεχόμενό του, απαρχής μέχρι τέλους, αποτελεί καρπό πρωτογενούς έρευνας, χωρίς οι τρεις συγγραφείς του να νιώσουν την ανάγκη να καταφύγουν σε βιβλιογραφική στήριξη ή σε αναδίφηση άλλων πηγών. Αυτό, ακριβώς, δείχνει την ευαισθησία τους στο να διασώσουν πράγματα που βρίσκονται στη μνήμη των ανθρώπων και που αν δεν καταγραφούν και δημοσιευθούν εγκαίρως χάνονται και σβήνουν από τη θύμηση των ανθρώπων.
 Καταγράφουν, έτσι, από μνήμης, πάντα, τις αναμνήσεις τους, όπως τις έζησαν στα παιδικά τους χρόνια, τα ήθη, τις παραδόσεις και τα ποικίλα εορταστικά έθιμα, τις ασχολίες και την εν γένει πολιτιστική ζωή των χωριών τους, τους λαϊκούς οργανοπαίκτες, την ενδυμασία, τον γάμο και τις είκοσι οικογένειες τής Λοχριάς και του Αρδάκτου, που είναι  καταγεγραμμένες όλες μία προς μία και από πόρτα σε πόρτα, με κάθε λεπτομέρεια! Αναφέρονται, περαιτέρω, στη θέση και στους πληθυσμούς των δύο χωριών, στην κοινότητα, τις εκκλησίες, το σχολείο, την οικονομική ζωή, στους μύλους, τις φάμπρικες και τα ρακιδιά, έναν μεγαλειώδη πολιτισμό τού παρελθόντος, που χάθηκε ολοκληρωτικά παραδίνοντας τη σκυτάλη στη σύγχρονη τεχνολογία της μηχανής.
       Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα βρήκαμε τα στοιχεία που παρατίθενται στο ιστορικό Μέρος τού βιβλίου, στο οποίο γίνεται από τους συγγραφείς μια εκτενής αναφορά στα γεγονότα, κυρίως, του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και, μάλιστα, του Ολοκαυτώματος τής Λοχριάς (4 Μαΐου 1944), καθώς και της προβληματικής εκείνης βύθισης τού «Δανάη», στις 9/6/1944, από τους Βρετανούς, στο οποίο, μεταξύ των άλλων, επέβαιναν και οκτώ Λοχριανοί. Τέλος, η μυθιστορηματική ανάπλαση, σε αυτό το ίδιο μέρος, της συγκλονιστικής περιπέτειας, σωστής «Οδύσσειας έντεκα μηνών» τού Κωστή Γ. Κρυοβρυσανάκη αποτελεί έναν αληθινό ύμνο στη ζωή, την ειρήνη και την ελευθερία.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον βρήκαμε και το κεφάλαιο με το πρωτογενές πλούσιο λαογραφικό υλικό, που οι συγγραφείς παραθέτουν σχετικά με τη χλωρίδα και την πανίδα τού τόπου τους, τα τοπωνύμια και, κυρίως, τις ασχολίες των κατοίκων των δύο περιγραφόμενων χωριών (κοινές, βέβαια, και γνωστές για μας τους παλιότερους ασχολίες όλων των κατοίκων των χωριών τής κρητικής υπαίθρου). Εδώ, οι συγγραφείς κάνουν μιαν επιμελή, όσο και διεξοδική αναφορά σε όλο, γενικά, το φάσμα των εργασιών τής υπαίθρου, όπως αυτές του οργώματος και της σποράς, του θερισμού και του αλωνίσματος, της άλεσης των σιτηρών και του ζυμωτού, του λιομαζώματος, του τρύγου, του πατήματος των σταφυλιών και της απόσταξης τής ρακής. Και, περιπλέον, προχωρούν και αναφέρονται και στις εργασίες τού βοσκού (κουρά, τυροκόμηση), καθώς και στα παλιά ήθη και έθιμα των χωριών τα σχετικά με τη γέννηση, τη βάφτιση, το προξενιό, τον αρραβώνα και τον γάμο.     
  Και όλα αυτά συνοδεύονται με μια πλουσιότατη εικονογράφηση, από παλιές φωτογραφίες "εποχής", που ζωντανεύουν και κυριολεκτικά ανασταίνουν βήμα προς βήμα την παλιά ζωή τού χωριού και κάνουν την έκδοση ιδιαίτερα ελκυστική και ευχάριστη στην  ανάγνωσή της.
  Πιστεύουμε ότι οι εκλεκτοί και δημιουργικά ανήσυχοι τού παρόντος έργου συγγραφείς, επιτέλεσαν το καθήκον τους στο ακέραιο. Η αίσθηση τού χρέους απέναντι στους συγχωριανούς τους και τον τόπο τους είναι εκείνη που καθοδήγησε τις προσπάθειές τους και συνέβαλλε στο ξεπέρασμα των οποιωνδήποτε δυσχερειών. Είναι, γι’ αυτό, άξιοι τού «δικαίου επαίνου» αλλά και της αγάπης όλων μας για τη μεγάλη τους αυτήν προσφορά στον γενέθλιο τόπο, που εξέθρεψε και τους ίδιους- και μάλιστα σε χρόνους δίσεκτους και σκληρούς, όπως αυτοί του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και της Κατοχής- και που δεν έπαυσαν ποτέ μέχρι σήμερα να αγαπούν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: